Στα πρώτα βήματα της καριέρας μου, εμπλουτισμένη ακόμα με τον αέρα, την φρεσκάδα, και την όρεξη κάθε επιστήμονα στην αρχή της δραστηριότητας του, επηρεασμένη με τη κουλτούρα της ξένης χώρας που ενθουσιασμένη ολοκλήρωσα την ειδικότητα μου, βρίσκομαι αντιμέτωπη με ένα ερώτημα που βλέπω να τίθεται αβίαστα στους μη γνώστες της επιστήμης μου, αλλά και να επηρεάζει ενίοτε ακόμα και τους επαγγελματίες του χώρου της ψυχικής υγείας ανεξάρτητα της εμπειρίας και της φήμης τους: Ψυχολογία: Μια επιστήμη που ήρθε επιτέλους να εξηγήσει τα ανεξήγητα ή απλά ένα σύνολο απαντήσεων κοινής λογικής ντυμένες με περίπλοκους, σοβαροφανείς όρους;
Νομίζω ότι η πιο συχνή αντίδραση όταν συστήνομαι ως ψυχολόγος στις καθημερινές κοινωνικές μου επαφές είναι: «Α! Δηλαδή μπορείς να με ψυχολογήσεις;», «δηλαδή μπορείς τώρα να μου πεις τι σκέφτομαι;» Ένας τρόπος να απαντήσει κανείς στους υποστηρικτές της άποψης ότι η ψυχολογία δεν αποτελεί μια σύνθετη επιστήμη αλλά μια «επιστημοποιημένη» (ας μου επιτραπεί ο όρος) και λίγο πολύ αυτονόητη παρουσίαση της κοινής λογικής, είναι να παραθέσει ερευνητικά ευρήματα φαινομένων που δεν είναι προφανή. Τέτοια ευρήματα μπορεί να είναι για παράδειγμα ότι: «Η πλειοψηφία μιας ομάδας ανθρώπων μπορεί να πεισθεί να χορηγήσει θανατηφόρα ηλεκτροσόκ σε ανθρώπους απλά με την καθοδηγία ενός ‘επιστήμονα’ σε άσπρη ποδιά» (Milgram studies, 1974), ότι «Ένα διάλυμα από ζαχαρόνερο μπορεί να είναι το ίδιο δραστικό παυσίπονο όσο και η μορφίνη», (The Placebo Effect, Hrobjartsson, 2001), ή ότι «Το να προειδοποιούνται οι μαθητές ότι η έντονη χρήση αλκοόλ θέτει σε κίνδυνο τους συμμαθητές τους έχει λιγότερα θετικά αποτελέσματα στην ποσότητα κατανάλωσης αλκοόλ από την διαφήμιση ότι οι συμμαθητές τους δεν πίνουν ή πίνουν λιγότερο» (Perkins et al. 2005). Θα μπορούσαν να παρατεθούν πολλά τέτοια παραδείγματα από φαινόμενα που δεν είναι αυτονόητα στην κοινή λογική ή ακόμα και έρευνες που έχουν παραθέσει και στοιχεία που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την κατά γενική ομολογία κοινή λογική.
Η πραγματικότητα είναι όμως ότι οι «μη ψυχολόγοι» και πολλές φορές δυστυχώς και οι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας έχουν την τάση να παρερμηνεύουν την εξοικείωση τους με τις ψυχολογικές διαδικασίες με την πραγματική κατανόηση της λειτουργίας αυτών. Το να περιγράφουμε και να κατηγοριοποιούμε την ανθρώπινη συμπεριφορά είναι σαφέστατα ένα εξαιρετικά σημαντικό βήμα στην κατανόηση της, και μάλιστα ένα που συχνά αφήνει την ψευδαίσθηση ότι την έχουμε εξηγήσει σε βάθος, αλλά είναι σημαντικό να γνωρίζουμε όλοι «τη διαφορά ανάμεσα στην λεπτομερή περιγραφή του ΤΙ συμβαίνει με το ΓΙΑΤΙ συμβαίνει» (Stafford, 2007)
Ο σκοπός της ψυχολογικής έρευνας είναι η μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς και η γνωστοποίηση της ερευνητικών ευρημάτων έτσι ώστε να αποτελούν αποδεδειγμένα πια κοινή λογική. Στοχεύει στο να κατοχυρώσει επιστημονικά τα αυτονόητα ή να τα αμφισβητήσει. Επιθυμεί να εξετάζει από τα πιο σύνθετα και πολύπλοκα φαινόμενα συμπεριφοράς, μέχρι τα πιο κοινά, καθημερινά και εντελώς αυτονόητα, έχοντας πάντα σαν στόχο να προσφέρει επιστημονικά εδραιωμένες εξηγήσεις του γιατί τα πράγματα συμβαίνουν με τον τρόπο που συμβαίνουν ή γιατί δεν συμβαίνουν με ένα τρόπο ή καθόλου. Έχει σαν βασικό κανόνα τον πρωταρχικό στόχο μιας επιστήμης: τη συνεχή αμφισβήτηση. Ταυτόχρονα επιδιώκει την αέναη αναζήτηση, τη συσχέτιση γεγονότων ή την απόδειξη ότι δεν συνδέονται καθόλου. Μέσα σε μισό αιώνα ζωής, η επιστήμη της ψυχολογίας, ταυτόχρονα και μέσα από μάχες να εδραιώσει την αξία της, έχει αναπτύξει θεωρίες, τις έχει αμφισβητήσει, αναθεωρήσει και συνεχίζει να εξελίσσεται. Σήμερα, με δειλά ακόμα βήματα προσπαθεί και να καθιερώσει τη σημαντικότητα και την πρακτική συμβολή της στην βελτίωση της ψυχικής υγείας του ατόμου. Κι αν ακόμα υποθέσουμε ότι η ψυχολογία είναι η επιστήμη της κοινής λογικής, τότε σίγουρα έχει πολλά να μελετήσει………..
Έρρικα Τσιτιμάκη
Ψυχοθεραπεύτρια-
Σύμβουλος Οικογενειακού Προγραμματισμού