Αν ρωτήσουμε τους σημερινούς γονείς να μας μιλήσουν για τον σπουδαίο αυτό ρόλο τους, νομίζω στην εποχή μας περισσότερο από ποτέ όλοι θα καταθέσουν πως συχνά αισθάνονται τεράστια σύγχυση που προκαλείται σε μεγάλο βαθμό από την αγωνία τους σε ό,τι αφορά τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών και τη «σωστή» συμπεριφορά τους σαν γονείς. Αφού ξεπεράσαμε τις εποχές της απόλυτης, ξεκάθαρα αυστηρής και αυταρχικής διαπαιδαγώγησης, η οποία ήθελε τα παιδιά «στρατιωτάκια», που υπάκουαν κατά γράμμα, φτάσαμε και στο αντίθετο άκρο: την ισότητα μεταξύ μικρών και μεγάλων και στις δημοκρατικές διαδικασίες μέσα στην οικογένεια. Σήμερα πια οι γονείς βρίσκονται μπροστά σε μεγάλες αντιφάσεις, όπου όλα είναι δυνατά, αλλά και όλα έχουν συνέπειες και κανείς τελικά δεν μπορεί να πει ποιος είναι ξεκάθαρα και αβίαστα ο σωστός τρόπος γονεϊκής συμπεριφοράς. Πάνω σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί συχνά και μία νέα συνθήκη κατά την οποία όταν ο γονιός έρχεται αντιμέτωπος με μία συνεχόμενα αντιδραστική και αρνητική συμπεριφορά του παιδιού του, εν τέλει νιώθει από τη μια θυμό, γι’ αυτό που εισπράττει και από την άλλη την υποχρεωμένος (όπως του λένε τα βιβλία!) να σεβαστεί την προσωπικότητα, και την ιδιοσυγκρασία του παιδιού του.
Πώς λοιπον να ξέρει κανείς πώς να αντιδράσει αποτελεσματικά και να κρατήσει μια ξεκάθαρη θέση, όταν είναι ο ίδιος μέσα του γεμάτος αντιφάσεις;
Η γκρίνια, ή αλλιώς αλλόγιστη διαμαρτυρία, αποτελεί καταρχάς ένα τρόπο εκτόνωσης της έντασης και της ψυχικής φόρτισης που συσσωρεύει ένα άτομο. Φανταστείτε το αυτό στον κόσμο των παιδιών….Είναι τεράστιο!! Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης τους στα διάφορα ηλικιά στάδια τα παιδιά έχουν άπειρους λόγους να αισθάνονται ένταση και φόρτιση. Από την βρεφική τους ηλικία, που δεν μπορούν να εκφράσουν αυτό που αισθάνονται, στην νηπιακή που δεν μπορούν να το καταλάβουν, στην παιδική που θέλουν να το εξερευνήσουν και στην εφηβική που θέλουν να το επιβάλλουν.
Γιατί λοιπόν ένα παιδί γκρινίαζει ή/και αντιδρά;
- Στην βρεφική ηλικία, ένα μωράκι γκρινιάζει και αντιδρά, καθώς αυτό είναι το μόνο μέσο επικοινωνίας των αναγκών του στους γύρω του. Με αυτόν τον τρόπο επικοινωνεί οτί πεινάει,νυστάζει, κουράστηκε, θέλει ή δεν θέλει κάτι, πονά, βαρέθηκε ή απλά δεν έχει τα κέφια του!!
- Στην νηπιακή ηλικία, στα «δύσκολα χρόνια» που ξεκινούν λίγο πριν τα δύο και κρατούν μέχρι λίγο πριν τα έξι, το έργο αλλάζει. Τα παιδάκια μας αρχίζουν να καταλαβαίνουν πώς τελικά δεν είναι οι κουκλίτσες μ
ας που τις βάζουμε όπου θέλουμε, τις ταίζουμε, τις ποτίζουμε, άλλα τελικά είναι κύριοι του εαυτού τους και μπορούν και αυτά να αποφασίζουν για τα ίδια. Ουαουουουουουου!!!!!!Τέλειο!! Και θέλουν να τα κάνουν όλα!!! Όλα όσα δεν μπορούσαν μέχρι τώρα! Αλλά θυμούνται όμως ότι και ο πρωταρχικός τρόπος να επικοινωνήσουν τα θέλω τους είναι το κλάμα, ή γκρίνια, η τσιρίδα! Όποτε αν κάποιος τους εμποδίζει να χαίρονται τον καινούργιο τους εαυτό ξέρουν τι πρέπει να κάνουν, θα γκρινίαζουν μέχρι να ικανοποιηθούν οι καινούργιες τους ανάγκες!!!!!! Η άρνηση, οι αντιρρήσεις και η πρόκληση σε αυτήν την ηλικία είναι ένας τρόπος δημιουργίας ανταγωνιστικών καταστάσεων, με τις οποίες ένα παιδί μαθαίνει να εκδηλώνεται στις σχέσεις του. Το παιδί αρχικά προκαλεί τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτή η κόντρα, με τον εαυτό του είναι πολύ σημαντική και η κινητήρια δύναμη για την εξέλιξή του. Το παιδί, πιέζει τον εαυτό του να τα καταφέρει, να ξεπεράσει τις δυνατότητές του. Ταυτόχρονα με όλες αυτές τις δοκιμασίες αρχίζει να σκέφτεται, να συνδυάζει τις πληροφορίες που παίρνει, και να εκπαιδεύει το μυαλουδάκι του. Το ίδιο ισχύει και στις σχέση τους με τους γονείς. Όταν το παιδί έρχεται σε σύγκρουση με τους γονείς, σε αντιπαράθεση, όταν λέει όχι, κλωτσά, χτυπά ή χτυπιέται δεν μάχεται στην πραγματικότητα για αυτό που διεκδικεί. Αυτό που στα αλήθεια το ενδιαφέρει δεν είναι το αποτέλεσμα αλλά το «ταξίδι» η διαδρομή, μία διαδρομή στην οποία τεστάρει, τα δικά του όρια, τα όρια των γονιών και στο τέλος τέλος αυτήν την πολύτιμη διαδικασία του bargaining, της διαπραγμάτευσης μέσα από τη οποία πραγματοποιούνται όλες οι γνωστικές και ψυχικές διαδικασίες διαμόρφωσης της προσωπικότητας. - Στην παιδική ηλίκια οι τόνοι πέφτουν λίγο (είναι απαράιτητο διάλλειμμα που σοφά προέβλεψε η φύση πριν την επόμενη δοκιμασία που λέγεται εφηβεία). Τα παιδιά μας επεκτείνουν την διαδικασία διαμόρφωσης τους, την οριοθέτηση και εξερεύνηση τους, σε έναν μεγαλύτερο κοινωνικο κύκλο, αυτόν του σχολείου. Οι εντάσεις τους τώρα αφορούν τις σχέσεις με τους συνομίληκους και τα νέα δεδομένα των υποχρεώσεων τους.
- Η εφηβεία αποτελεί μία ενότητα από μόνη της και γι αυτό σε αυτό το άρθρο θα αναφερθούμε επιγραμματικά στα χαρακτηριστικά της σε σχέση με το θέμα συζήτησης. Σε αυτήν την περίοδο ίσως επειδή εξηγείται και βιολογικά, με την έκρηξη των ορμονών, η αντιπαράθεση, η γκρίνια και ο θυμός αποτελούν τον κανόνα. Από άποψης ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης, αποτελεί βασικό πυλώνα στην διαμόρφωση της προσωπικότητας των εφήβων, η σύγκρουση με τους γονείς, η επανάσταση, η αμφισβήτηση τους και η αποδόμηση τους, ώστε να αναδυθεί στο επόμενο στάδιο ο ολοκληρωμένος ενήλικας. Οπότε οι εστίες και οι αιτίες εντάσης των εφήβων είναι ΌΛΑ Ή/ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ. Στην εφηβεία τα παιδιά μας νιώθουν μπερδεμένα, βιώνουν έντονα τα συναισθηματά τους, χάνουν εύκολα τον έλεγχο, και αντιδρούν παρορμητικά.
ΚΑΙ ΤΙ ΚΑΝΟΥΝΕ ΛΟΙΠΟΝ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ;;;;
- Αρχικά αναζητούμε τα προφανή αίτια.
Θέλει την προσοχή μας; Μήπως λείπουμε πολύ και πιστεύει πώς έτσι θα μας διεκδικήσει καλύτερα; Μήπως γεννήθηκε ένα αδερφάκι; Άλλαξε κάτι στην καθημερινότητα; Είναι μια μεταβατική περίοδος;
2. Θέλει ψυχραιμία και σταθερότητα, εναλλακτικές και απόσπαση προσοχής καθώς και πολύ διάλογο.
Είναι δύσκολο πολλές φορές, αλλά όσο πιο συνεπείς και σταθεροί είμαστε στην συμπεριφορά μας, τόσο εμπνέουμε αυτήν την σταθερότητα και στα παιδιά μας. Τα αντιφατικά μηνύματα, άμεσα και έμμεσα, δημιουργούν ανασφάλεια και αβεβαιότητα στα παιδιά που αντιδρούν σαν απάντηση με περισσότερη γκρίνια γιατι αισθάνονται ανασφάλεια. Δεν λέμε όχι αν δεν είμαστε ικανοί να το κρατήσουμε. Δεν απογορεύουμε κάτι την μία μέρα για να υποκύψουμε την επόμενη επειδή είμαστε πιο ξεκούραστοι, πιο ανεκτικοί, πιο ευδιάθετοι, έχουμε λιγότερες έγνοιες. Όταν εμείς οι ίδιοι κάνουμε εκρήξεις στα παιδιά μας, τα μαθαίνουμε ακριβώς αυτό, ότι η έκρηξη αποτελεί θεμιτό τρόπο διεκδίκησης.
3. Καλή επικοινωνία: «Mπορούμε να υποθέσουμε πως, όταν ένα παιδί είναι συνεχώς αρνητικό και αντιμιλάει στους γονείς του, υπάρχει κάποιο πρόβλημα επικοινωνίας μεταξύ τους. Θα ήταν μία πολύ μονομερής και απλοϊκή εξήγηση αν λέγαμε ότι πρόκειται για ένα κακομαθημένο παιδί ή ένα παιδί με δύσκολο χαρακτήρα, που δεν μπορεί κανείς να το «κάνει καλά».(κα. Λ.Βογιατζή, Συμβουλευτική Ψυχολογος)
Η κατάκτηση της καλή επικοινωνίας με τα παιδιά μας έχει την αφετηρία της στην συνειδητότητα στη συμπεριφορά των γονιών. Δηλαδή όταν κάνει κάτι ό γονιός, φέρεται με έναν τρόπο στο παιδί του να ξέρει ξεκάθαρα γιατί το κάνει. Τότε είναι ξεκάθαρο το μήνυμα και στο παιδί του. «Σε αφήνω να παίξεις στο σαλόνι, γιατί έχω δουλειά για το γραφείο που πρέπει να τελειώσω. Τρέχω μετά να τα μαζέψω όλα, γιατί έχει περάσει η ώρα, αργείς να φάς το βραδυνό σου, δεν πηγαίνεις να πλύνεις τα δόντια σου, σου βάζω τις φωνές. Γιατί; Γιατί εγώ βγήκα εκτός προγράμματος, εκτός πλαισίου. Εσύ τι φταις;». Επομένως ξέρουμε τι θέλουμε και γιατί το θέλουμε και το επικοινωνούμε στα παιδιά με λίγα λόγια και απλά. «Πήγαινε να πλύνεις τα δόντια σου», «Πήγαινε να ντυθείς», «Είναι ώρα να φύγουμε». Και όχι πολλές εντολές ταυτόχρονα. Ακόμη και οι ενήλικες ενοχλούμαστε όταν μας πέφτουν όλα μαζί!
4. Όχι χαρακτηρισμοί, γενικεύσεις, και διακωμώδηση της συμπεριφοράς .
«Είσαι γκρινιάρης. Όλο παραπονιέσαι. Όλα δικά σου τα θέλεις. Νια νια νια. Η Μαρία είναι γκρινιάρα. Είσαι αχάριστος». Χαρακτηρισμοί σαν αυτούς λειτουργούν στα παιδιά σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία. «Αφού η μαμά μου με θεωρεί γκρινιάρη, είμαι, άρα θα φέρομαι έτσι». Όταν θέλουμε να σχολιάσουμε κάτι στη συμπεριφορά του παιδιού και μάλιστα αρνητικά, σχολιάζουμε την συμπεριφορά, τον τρόπο, όχι το ίδιο το παιδί. Ώστε να απομονώσουμε αυτό που θέλουμε να αλλάξει και όχι να χαρακτηρίσουμε, προσβάλλουμε και τελικά πληγώσουμε το ίδιο το παιδί μας.
5. Μη φοβάστε τις υγιείς αντιπαραθέσεις! Η πιο συνηθισμένη συμπεριφορά των σημερινών γονιών είναι ότι όταν αντιδρούν έχουν τύψεις και υποσυνείδητα τείνουν να είναι πιο τρυφεροί, πιο γενναιόδωροι και πιο προστατευτικοί.
Στον αντίποδα της απόλυτης οριοθέτησης, βρίσκονται οι περισσότεροι γονείς σήμερα που φοβούνται να πληγώσουν τα παιδιά τους. Αυτός ο φόβος γίνεται αντιληπτός από τα παιδιά μας. Και τους δημιουργεί περισσότερο φόβο και ανασφάλεια, που εκδηλώνουν με την ανήσυχη συμπεριφορά τους. Ένα μόνιμα θυμωμένο, γκρινιάρικο παιδί, είναι ένα πληγωμένο ή φοβισμένο παιδί. Δείχνοντας εμπιστοσύνη, μαθαίνοντας σε ένα παιδί να έχει υπομονη στις ανάγκες και τις απαιτήσεις του, να αφήνει χώρο στην επιθυμία του άλλου, να δέχεται το όχι, να απογοητεύεται, να πληγώνεται, του δίνουμε τις βάσεις να χτίσει μία ισορροπημένη προσωπικότητα με δύναμη, οριοθέτηση, και αυτοπεποίθηση. Αν δε μάθουμε εμείς οι ίδιοι στα παιδιά μας, μέσα στο ασφαλές και προστατευμένο περιβάλλον της οικογένειας τους να διαχειρίζονται τα αρνητικά τους συναισθήματα, τις απογοητεύσεις τους, τότε κινδυνεύουμε να μεγαλώσουμε ενήλικες φοβισμένους, αδύναμους να αντέχουν συναισθηματικές κακουχίες και τελικά ανήμπορούς να διεκδικήσουν την ευτυχία τους.
6. Αφήστε να βρουν μόνα τους τη λύση.
Είναι ίσως το πιο δύσκολο κομμάτι στη διαδικασία μεγαλώματος ενός παιδιού. Αυτή η αντίφαση ανάμεσα στα τεράστια αποθέματα αγάπης και προσφοράς που θέλουμε να καταθέσουμε, που θέλουμε να κάνουμε το καλύτερο, και στη συνειδητοποίηση ότι τα παιδιά μας δεν είναι προέκταση του εαυτού μας. Δεν είναι δικά μας. Είναι δικά τους. Δεν ξέρουμε πάντα το καλύτερο. Ξέρουν ή βασικά πρέπει να ανακαλύψουν, το καλύτερο για εκείνα. «Αν δεν πάθουν, δεν θα μάθουν». Στο όνομα αυτού του «καλύτερου» και τι δεν κάνουμε; Να μην πέσουν, να μην πεινάσουν, να μην πονέσουν, να μην βαρεθούν, να μην πληγωθούν, να μη τσακωθούν…..Πώς όμως θα μάθουν να σηκώνονται αν πέσουν; Να βρουν τρόπο να απασχοληθούν; Να αντέξουν και να ξεπεράσουν τη στεναχώρια τους; Να βρουν με λίγα λόγια μόνα τους την άκρη τους. Μόνο αν τα εμπιστευτούμε πρώτοι εμείς θα εμπιστευτούν τον εαυτό τους. Γιατί με το να βάζουμε συνέχεια το δίχτυ ασφάλειας, ουσιαστικά τους λέμε ότι δεν πιστεύουμε πως θα τα καταφέρουν. Αισθάνονται λοιπόν κατά βάθος ανασφάλεια. Που δεν μπορούν να εξηγήσουν, για αυτό δεν ικανοποιούνται με τίποτα. Και έτσι νιώθουν ένα μόνιμο παράπονο. Αφήστε λοιπόν τα πράγματα να πέφτουν κάτω. Δώστε κίνητρα! Στόχους. Χώρο να λύσουν την «γκρίνια» του μόνα τους!
“Κανένα παιδί δεν είναι κακό και κανένα παιδί δεν αντιμιλά, κανένα παιδί δεν είναι μπερδεμένο αν δεν έχει ακούσει, δεν έχει νιώσει πρώτα εμάς αγχωμένους, μπερδεμένους, φοβισμένους, θυμωμένους”
Έρρικα Τσιτιμάκη
Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας-Ψυχοθεραπεύτρια